- χαλκοπυρίτης
- ο мин. медный колчедан
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
χαλκοπυρίτης — Ορυκτό. Είναι ο θειούχος χαλκός και θειούχος σίδηρος. Έχει χημικό τύπο CuFeS2 και κρυσταλλώνεται στο τετραγωνικό σύστημα. Ο χ. έχει σκληρότητα 3,5 4, ειδικό βάρος 4,1 4,3 και χρώμα ορειχαλκόχρωμο πρασινίζον με λάμψη μεταλλική. Παρουσιάζει… … Dictionary of Greek
χαλκοπυρίτης — ο είδος ορυκτού … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
βορνίτης — Ορυκτό μεταλλευμάτων χαλκού, που έχει τύπο Cu5FeS4 και κρυσταλλώνεται στο κυβικό σύστημα. Έχει σκούρο χαλκέρυθρο χρώμα, με έντονες, συνήθως πολύχρωμες αποχρώσεις οξειδίων, σκληρότητα 3 και ειδικό βάρος 4,9 5,3 gr/cm3. Σχηματίζεται σε διάφορους… … Dictionary of Greek
ορυκτολογία — Επιστήμη που ασχολείται με τη μελέτη των ορυκτών: εξετάζει όλες τις ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά τους, από την εξωτερική μορφολογική δομή τους έως τη θέση των ατόμων που τα αποτελούν και τις μεταξύ τους σχέσεις, από τις φυσικές ιδιότητες έως… … Dictionary of Greek
τετραγωνικό σύστημα — Μία από τις 7 υποδιαιρέσεις της κατάταξης των κρυστάλλων. Περιλαμβάνει τα ορυκτά, των οποίων οι κρύσταλλοι χαρακτηρίζονται από 3 άξονες σε ορθή γωνία, με τις 2 από τις 3 θεμελιώδεις παραμέτρους ίσες μεταξύ τους. Χαρακτηριστικό στοιχείο της… … Dictionary of Greek